- ἄψεα
- ἄψιςfem acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἅψεα — ἅψις touching fem acc sg ἅψος juncture neut nom/voc/acc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἅψε' — ἅψει , ἅπτω fasten aor subj act 3rd sg (epic) ἅψει , ἅπτω fasten fut ind mid 2nd sg ἅψει , ἅπτω fasten fut ind act 3rd sg ἅ̱ψει , ἅπτω fasten futperf ind mp 2nd sg (doric aeolic) ἅ̱ψει , ἅπτω fasten futperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἅψεαι ,… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλιντήρ — ο (AM κλιντήρ, ῆρος) το ανάκλιντρο τών αρχαίων («ὧδε δ ἀνακλινθεῑσα, λύθεν δὲ οἰ ἅψεα πάντα, αὐτοῦ ἐνὶ κλιντῆρι», Ομ. Οδ.) νεοελλ. είδος χαμηλού ευρύχωρου καθίσματος με ερεισίνωτο και βραχίονες, πολυθρόνα («ερρίφθη επί μαλακού κλιντήρος καγχάζων» … Dictionary of Greek
ρικνός — ή, ό / ῥικνός, ή, όν, ΝΜΑ, και ῥιχνός, και ποιητ. τ. ῥικνύς, εῑα, ύ Α ρυτιδωμένος, ζαρωμένος, γεμάτος ζάρες, σταφιδιασμένος, σουφρωμένος, σκεβρωμένος (α. «ῥικνοί ἰσχνοί σαρξίν, ἐπικεκαμμένοι, σκαμβοί, σκολιοί», Ησύχ. β. «ῥικνὰ ἅψεα», Απολλ. Ρόδ.) … Dictionary of Greek
ВОСКРЕСЕНИЕ МЕРТВЫХ — [греч. ἀνάστασις (τῶν) νεκρῶν], возобновление жизни в теле после смерти. Идея В. м. в древнем мире Нек рые мифы и религ. практики различных древних культур содержат идею возобновления телесной жизни после смерти. К ним относят прежде всего т. н.… … Православная энциклопедия